Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

"Αν η καρδία μπορούσε να σκεφτεί, θα σταματούσε" Φερνάντο Πεσσόα


Ο Φερνάντο Αντόνιο Νογκέιρα Πεσσόα (1888-1935), γεννήθηκε στη Λισαβόνα στις 13 Ιουνίου 1888 και πέθανε στις 30 Νοεμβρίου 1935. Την παραμονή του θανάτου του, σημειώνει από την κλίνη του νοσοκομείου: "I Know not what tomorrow will bring". Αυτό που το μέλλον έφερε αναμφισβήτητα είναι η καταξίωση του ως ενός από τους σημαντικότερους ποιητές του εικοστού αιώνα. Ο Πεσσόα είναι ταυτόχρονα ποιητής και μύθος ποιητικός. Έζησε τη ζωή του στα όρια της ανυπαρξίας, δημοσίευσε ελάχιστο μέρος του τεράστιου έργου του, ενός έργου ανολοκλήρωτου και πολλαπλού, το οποίο κληροδότησε στις μέλλουσες γενιές κλεισμένο στο περίφημο μπαούλο, εξασφαλίζοντας έτσι την υστεροφημία του.

Ελάχιστα γεγονότα συνθέτουν τη βιογραφία του:θάνατος του πατέρα του, μετακίνηση μαζί με τη νέα του οικογένεια στο Ντέρμπαν της Αφρικής, αγγλική παιδεία, επιστροφή στη Λισαβόνα, βιοπορισμός ως αλληλογράφος σε εμπορικούς οίκους, ένας λευκός έρωτας, πολλή μοναξιά.

Η πολυσχιδής ποιητική ζωή του βρίσκεται στους αντίποδες της βιογραφίας του. Ο Πεσσόα, ο οποίος υπογράφει το έργο του με το όνομα του αλλά και με τα 72 καταγεγραμμένα ετερώνυμά του, συνιστά μοναδικό παράδειγμα στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας.


Κύριοι συντελεστές σε πρωτοτυπία αλλά καιπαραγωγικότητα οι εξής τέσσερις ετερώνυμοί του:
 ο δάσκαλος όλων Αλμπέρτο Καέιρο, ποιητής του "Φύλακα των κοπαδιών",

 ο εκκεντρικός ναυπηγός μηχανικός Άλβαρο ντε Κάμπος, ποιητής της "Θαλασσινής ωδής" και του "Καταστήματος φιλικών", 

ο επικούρειος, στωικός κλασικιστής συνθέτης ωδών Ρικάρντο Ρέις 

και τέλος, ο Μπερνάρντο Σοάρες, συγγραφέας του "Βιβλίου της ανησυχίας". Αριστοτεχνικός διευθυντής αυτής της ιδιόμορφης ορχήστρας ο ίδιος ο Φερνάντο Πεσσόα, ο ποιητής του "Μηνύματος", ο διηγηματογράφος του "Αναρχικού τραπεζίτη", ο ακάματος δοκιμιογράφος επί παντός του επιστητού, ο θεατρικός συγγραφέας ενός ανολοκλήρωτου "Φάουστ", ο οποίος ορίζει την τέχνη του λέγοντας: "Προσποίηση είναι του ποιητή η τέχνη".

Επιδόθηκε μαζί τους στη «συγγραφή» αφορισμών και αποφθεγμάτων, «ανατέμνοντας με την ακρίβεια νυστεριού την ανθρώπινη ύπαρξη και συνθήκη».



«Στο καθένα απ’ αυτά τα πρόσωπα έθεσα μια διαφορετική έννοια της ζωής, όλες όμως αντλούν την ουσία τους από το μυστήριο της ύπαρξης», υπογραμμίζει ο δημιουργός τους.
«Αγγλομανής, παθολογικά ντροπαλός και ταυτόχρονα αλαζόνας, ντυμένος πάντα στα σκούρα, κοσμοπολίτης και εθνικιστής, μυωπικός και οραματιστής, αιρετικός και διάφανος σαν σκιά, αποκρυφιστής και παγανιστής, ποιος είναι αυτός ο Πεσσόα» που πεθαίνει το 1935, σε ηλικία 47 μόλις ετών, ξεχαρβαλωμένος απ’ το ποτό; αναρωτήθηκε αυτοβιογραφούμενος για να συμπληρώσει το, ούτως ή άλλως, αντιφατικό του πορτρέτο: «Πέρα από τα πολυάριθμα άρθρα και κάποια ποιήματα σε περιοδικά, το δημοσιευμένο έργο του αποτελείται από δύο ισχνούς τόμους με ποιήματα στα αγγλικά και ένα στη μητρική του γλώσσα (Το μήνυμα). Δεν τον ενδιέφερε να δημοσιεύει. Στο σπίτι του βρέθηκε ένα μπαούλο με περισσότερα από 25.000 χειρόγραφα, στα οποία ακόμα αναδιφούν οι ειδικοί».

Κατά καιρούς και κάποιες φορές για όλη τη διάρκεια του βίου έγινε: ο δημιουργός του έργου «Ο φύλακας του κοπαδιού» Αλμπέρτο Καέιρο, τον οποίο έχρισε και δάσκαλό του. Ο νεοκλασικός ποιητής και αρχαιολάτρης φιλόλογος εξόριστος στη Βραζιλία λόγω των φιλομοναρχικών του πεποιθήσεων Ρικάρντο Ρέις. Ο Αλβάρο ντε Κάμπος, ζωντανή αντίθεση του προηγούμενου, μηχανικός και υμνητής της μοντέρνας τεχνολογίας με ένα ποιητικό ύφος που παραπέμπει στον Ουίτμαν. Ο αγγλόφωνος Αλεξάντερ Σερτς. Ο βοηθός λογιστή Μπερνάντο Σοάρες. Ο ερμηνευτής και σχολιαστής τους Αντόνιο Μόρα…

Ο Πεσσόα, όσο περνά ο καιρός, γίνεται όλο και πιο σύγχρονος, περισσότερο οικείος και αναγνωρίσιμος, ταυτόσημος σχεδόν με την κατακερματισμένη εποχή μας.

Από τις εκδόσεις Gutenberg τα έργα του, και σε σημαντικές μεταφράσεις, εκδίδονται ή επανεκδίδονται και έτσι τέσσερα βιβλία του Φερνάντο Πεσσόα έρχονται να προστεθούν στη σύγχρονη βιβλιογραφία: «Γράμματα στην Οφέλια» σε μετάφραση Μαρίας Παπαδήμα. «Ένα πρωτότυπο δείπνο» σε μετάφραση Κωνσταντίνου Αρμάου, «Ηρόστρατος» σε μετάφραση Χάρη Βλαβιανού και «Τα ποιήματα του Άλβαρο ντε Κάμπος σε μετάφραση Μαρίας Παπαδήμα.
Τα «Γράμματα στην Οφέλια» αναφέρονται σε μια πραγματική Οφέλια. Η Οφέλια Κεϊρός είναι 19 ετών όταν ερωτεύεται τον πορτογάλο ποιητή. Και μαζί του, κι όλους του εαυτούς του, τους ετερώνυμους. Ευαίσθητη κι απλοϊκή, παρότι θα προτιμούσε να τον παντρευτεί τον ακολουθεί σε όλα τα δυσπρόσιτα μονοπάτια του βίου του κι ανταλλάσει μαζί του επιστολές. Τα γράμματά τους, ένα ατόφιο κομμάτι από τη ζωή του που είναι δημιουργία του.
Το «Ένα πολύ πρωτότυπο δείπνο» ο Πεσσόα το υπογράφει ως Αλεξάντερ Σερτς. Αποτελεί νεανικό γραπτό του, δημοσιεύεται για πρώτη φορά το 1978 και μας γνωρίζει για άλλη πτυχή του που αφορά το διήγημα τρόμου. Στο βιβλίο υπάρχει μια διεξοδική εξέταση των πηγών και των προθέσεών του από τον K. David Jackson και ένα πλούσιο εργοβιογραφικό χρονολόγιο.
Ο «Ηρόστρατος» ή «Η αναζήτηση της αθανασίας» εμπεριέχει με χιούμορ και κυνισμό όλες τις θεωρίες περί υστεροφημίας, με αφετηρία και αφορμή τον Ηρόστρατο, άσημο πολίτη της Εφέσου ο οποίος βάζοντας φωτιά στο ναό της Αρτέμιδος, καθιστά ταυτοχρόνως το όνομά του αθάνατο.
«Τα ποιήματα του Άλβαρο ντε Κάμπος», τα υπογράφει ως ο τελευταίος της βασικής τριάδας των ετερωνύμων ως προς τη σειρά γέννησης [μετά τον Αλμπέρτο Καέιρο και τον Ρικάρντο Ρέις- σαν Άλβαρο ντε Κάμπος. Ο Άλβαρο ντε Κάμπος είναι, σύμφωνα με τον Αντόνιο Ταμπούκι «ένα διπλό πρόσωπο, στο βαθμό που είναι πρόσωπο της μυθοπλασίας που δημιουργεί μυθοπλασία, ένα λογοτεχνικό πρόσωπο που δημιουργεί με τη σειρά του λογοτεχνία. Ο Κάμπος επομένως είναι κάτι περισσότερο από ένα πορτρέτο ή μία αυτοανάλυση· είναι ένας στοχασμός, ένα είδος προειδοποίησης: είναι ο Πεσσόα που βλέπει τον εαυτό του ως πρωτοποριακό καλλιτέχνη».
«Όσο περισσότερο μεγαλώνω, τόσο λιγότερο είμαι. Όσο πιο πολύ με βρίσκω, τόσο περισσότερο χάνομαι. Όσο περισσότερο δοκιμάζομαι, τόσο περισσότερο συνειδητοποιώ ότι είμαι λουλούδι και πουλί, και αστέρι και σύμπαν. Όσο περισσότερο καθορίζω τον εαυτό μου, τόσο λιγότερα όρια έχω. Ξεπερνώ τα πάντα. Κατά βάθος είμαι ίδιος με το Θεό», έγραφε. Κι έκανε τη ζωή του, κυριολεκτικά, έργο τέχνης.

«Λαθρεπιβάτης της ζωής» όπως συνήθιζε ο ίδιος να αποκαλεί τον εαυτό του, «ο άνθρωπος με τη μάσκες», ο πορτογάλος συγγραφέας Φερνάντο Πεσσόα, είναι αναμφισβήτητα εκείνος που τον επινόησε. Το έργο της ζωής του, ποίηση μέσα στην ποίηση, ήταν οι ετερώνυμοι. «Να ζεις σημαίνει να είσαι ένας άλλος», επέμενε.«Να τα σβήνεις όλα πάνω στον πίνακα μέρα με τη μέρα, να γίνεσαι καινούργιος κάθε αυγή, το συναίσθημά σου να είναι πάντα παρθένο- ιδού, ιδού το μόνο που αξίζει τον κόπο να είσαι, ή να έχεις, για να είσαι ή να έχεις αυτό το ατελές που είμαστε όλοι», υπενθύμιζε.
«Εννοείται πως αγνοώ αν είναι αυτοί /που δεν υπάρχουν ή μήπως ο ανύπαρκτος / είμαι εγώ: σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις,/ δεν πρέπει να είμαστε δογματικοί», δήλωνε κι επιχειρούσε «Να μην είσαι τίποτε, για να μπορείς να γίνεις τα πάντα».

«Όσον αφορά τα όνειρα, είμαι όμοιος με το παιδί για τα θελήματα ή τη μοδίστρα. Το μόνο στο οποίο διαφέρω είναι ότι ξέρω να γράφω. Ναι, είναι μια πράξη, μια δική μου πραγματικότητα που με κάνει να διαφέρω από αυτούς. Στην ψυχή είμαι όμοιός τους» Φερνάντο Αντόνιο Νογκέιρα Πεσσόα (1888-1935)  

Αγαπάω, τα αργόσυρτα καλοκαιρινά βράδια, την ησυxία της κάτω πόλης, και προπάντων την ησυxία που η αντίθεση την κάνει ακόμη εντονότερη στα μέρη που την ημέρα σφύζουν από κίνηση.
Η Ρούα ντου Αρσενάλ, η Ρούα ντα Αλφάντεγκα, οι θλιβεροί δρόμοι που εκτείνονται προς τα ανατολικά, μετά το τέρμα της Ρούα ντα Αλφάντεγκα, οι έρημες αποβάθρες σε ευθεία γραμμή, όλα αυτά με ανακουφίζουν από τη μελαγχολία μου, αν κάποιο από εκείνα τα βράδια εισxωρήσω στη μοναξιά των διαδρομών τους. Ζω σε μια εποχή παλαιότερη από αυτή στην οποία ζω. Απολαμβάνω να νιώθω πως είμαι σύγχρονος του Σεζάριο Βέρδε, κι έχω μέσα μου όχι άλλους στίχους σαν τους δικούς του, αλλά την ίδια ουσία από την οποία είναι φτιαγμένοι οι στίχοι του. Περιφέρω, μέχρι να πέσει η νύχτα, μια αίσθηση ζωής ίδια με αυτών των δρόμων.
Τη μέρα είναι γεμάτοι από φασαρία που δεν σημαίνει τίποτα. Τη νύχτα είναι γεμάτοι από έλλειψη φασαρίας, που πάλι δεν σημαίνει τίποτα. Εγώ τη μέρα είμαι ένα τίποτα, αλλά τη νύχτα είμαι εγώ. Δεν υπάρχει καμιά διαφορά ανάμεσα σε μένα και τους δρόμους από την πλευρά της Αλφάντεγκα, εκτός από το ότι αυτοί είναι δρόμοι και εγώ ψυχή, το οποίο μπορεί να μην έχει καμιά σημασία μπροστά στην ουσία των πραγμάτων. Υπάρχει ένα κοινό πεπρωμένο, καθότι αφηρημένο, για τους ανθρώπους και τα πράγματα - ένας εξίσου αδιάφορος ορισμός στην άλγεβρα του μυστηρίου.
 

Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμα... Εκείνες τις αργέςκαι άδειες ώρες ανεβαίνει από την ψυχή στο πνεύμα μου μια θλίψη ολόκληρου του είναι μου, η πίκρα ότι όλα είναι μια αίσθηση δική μου και συνάμα ένα πράγμα εξωτερικό, που δεν είναι στο χέρι μου να το αλλάξω. Αχ, πόσες φορές τα όνειρά μου υψώνονται μπροστά μου σαν πράγματα, όχι για να υποκαταστήσουν την πραγματικότητα, αλλά για να μου πουν ότι της μοιάζουν στο ότι δεν τα θέλω, στο ότι εμφανίζονται ξαφνικά απ' έξω, όπως το τραμ που κάνει στροφή στο βάθος του δρόμου ή όπως η φωνή του νυχτερινού ντελάλη -τι να διαλαλεί αραγε;-, που ξεχωρίζει, αραβική μελωδία, σαν απρόσμενο σιντριβάνι, στη μονοτονία του δειλινού.

                                               ALVARO DE CAMPOS
[...] Πόσες εθνικότητες στον κόσμο! Πόσα επαγγέλματα! Πόσοι άνθρωποι!
Πόσες μοίρες διαφορετικές μπορεί να κρύβει η ζωή,
η ζωή, τελικά, κατά βάθος, πάντα η ίδια!
Πόσες φάτσες παράξενες! Ολες οι φάτσες είναι παράξενες
και δεν υπάρχει τίποτα ιερότερο από το να κοιτάζεις πολύ τους ανθρώπους.
Η αδελφοσύνη τελικά δεν είναι ιδέα επαναστατική.
Είναι κάτι που μας το μαθαίνει η ζωή, όπου πρέπει να ανεχόμαστε τα πάντα,
και τελικά βρίσκουμε ευχάριστο αυτό που πρέπει ν' ανεχόμαστε,
και καταλήγουμε να κλαίμε σχεδόν από τρυφερότητα γι' αυτό
που ανεχτήκαμε!

Α, όλα τούτα είναι ωραία, είναι ανθρώπινα και ταιριάζουν τόσο
με τα ανθρώπινα συναισθήματα, τόσο κοινωνικά και καθωσπρέπει,
τόσο πολύπλοκα απλά, τόσο μεταφυσικά θλιβερά!
Η πολυτάραχη, η διαφορετική ζωή μάς διαπαιδαγωγεί τελικά στα ανθρώπινα.
Καημένοι άνθρωποι! Καημένοι όλοι μας! [...]

Απόσπασμα από την ποιητική σύνθεση του Φερνάντο Πεσσόα: Θαλασσινή ωδή του Άλβαρο ντε Κάμπος, μτφρ.-επίμ.: Μαρία Παπαδήμα, σχ.: Πάολο Γκέτσι, Εκδόσεις Νεφέλη 2012. Δημοσιευμένο στο http://www.e-poema.eu

Περνούν μέλλοντα ζευγάρια, περνούν μοδιστρούλες δυο δυο, περνούν νεαρoί στο κατόπι της ηδονής, καπνίζουν στο αιώνιo πεζοδρόμιό τους οι συνταξιούχοι των πάντων, πού και πού βγαίνουν στην πόρτα τους για λίγο οι ακίνητοι αλήτες που λέγονται μαγαζάτορες. Αργοί, γεροδεμένοι και καχεκτικοί, οι νεοσύλλεκτοι υπνοβατούν σε παρέες άλλοτε πολύ θορυβώδεις, άλλοτε παραπάνω κι από θορυβώδεις. Πότε πότε εμφανίζεται και κάποιος φυσιολογικός άνθρωπος. Τούτη την ώρα τα αυτοκίνητα δεν είναι πολλά. Αυτά εδώ είναι μουσικά. Στην καρδιά μου υπάρχει μια αγωνιώδης ειρήνη, και η ηρεμία μου είναι καμωμένη από παραίτηση.
 

Όλα περνούν και τίποτα απ' όλα αυτά δεν μου λέει τίποτα, όλα είναι ξένα στο πεπρωμένο μου, ξένα στο ίδιo τους το πεπρωμένο -ανεμελιά, βρισιές απρόβλεπτες, όταν η μοίρα πετάει πέτρες, αντίλαλοι αγνώστων φωνών-, συλλoγική σαλάτα της ζωής.
 

Αντιμετωπίζω με ηρεμία, χωρίς τίποτα περισσότερο απ' ό,τι είναι για την ψυχή ένα χαμόγελο, το ενδεχόμενο να κλείσω για πάντα τη ζωή μου σ' αυτή τη Ρούα ντος Ντοραδόρες, σ' αυτό το γραφείο, σ' αυτή την ατμόσφαιρα τούτων των ανθρώπων. Νά 'χω κάτι για να τρώω και να πίνω, και κάπου να μένω, και λίγο ελεύθερο χρόνο για να ονειρεύομαι, να γράφω, να κοιμάμαι' τι άλλο μπορώ να ζητήσω από τους θεούς ή να ελπίσω από τη μοίρα;
 

Είχα μεγάλες φιλοδοξίες και υπέρμετρα όνειρα - αλλά τα ίδια είχαν και το παιδί για τα θελήματα και η μοδίστρα, γιατί όνειρα έχει όλος ο κόσμος. Αυτό που μας διαφοροποιεί είναι η δύναμη να τα υλοποιούμε ή η τύχη να τα βλέπουμε να υλοποιούνται για μας.
 

Όσον αφορά τα όνειρα, είμαι όμοιος με το παιδίγια τα θελήματα ή τη μοδίστρα. Το μόνο στο οποίο διαφέρω είναι ότι ξέρω να γράφω. Ναι, είναι μια πράξη, μια δική μου πραγματικότητα που με κάνει να διαφέρω από αυτούς. Στην ψυχή είμαι όμοιός τους.
(Απόσπασμα από Το βιβλίο της ανησυχίας (του Μπερνάντο Σοάρες) - Τόμος Α - εκδ. Εξάντας, 2004, δημοσιευμένο στο http://k-m-autobiographies.blogspot.gr. Αποσπάσματα προδημοσιεύθηκαν στο περιοδικό ΠΟΙΗΣΗ - τ.23, 2004. Η μετάφραση είναι της Μαρίας Παπαδήμα)


ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ Ο ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΠΕΣΟΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΚΑΒΑΦΗ

Στις 21 Οκτωβρίου του 1929, το υπερωκεάνιο Saturnia ξεκινά από την Τεργέστη το ταξίδι του προς την Αμερική, μαζεύοντας μετανάστες από τα λιμάνια της Μεσογείου. Ένας νεα Ένας νεαρός Έλληνας που επιβιβάζεται στην Πάτρα θα γίνει μάρτυρας μιας απρόσμενης συνάντησης: μια νύχτα, σ’ αυτό το πλοίο που κουβαλά τα όνειρα του Νέου Κόσμου, θα λάβει χώρα η εξίσου ονειρική αλλά και πραγματική συνάντηση δύο μεγάλων ποιητών του αιώνα που πέρασε: του Φερνάντο Πεσσόα και του Κωνσταντίνου Καβάφη.            

                                                                                                                                                                Ο τίτλος της ταινίας-ντοκυμανταίρ θα μπορούσε να ήταν: «Τη νύχτα που το ντοκιμαντέρ συνάντησε τη μυθοπλασία». Ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος προσπάθησε με αρωγό τη φαντασία να βρει έναν σύνδεσμο στις ζωές και το έργο δύο μεγάλων ποιητών του 20ου αιώνα, και το βρήκε στο όνομα Καπόπουλος. Ο Αλεξανδρινός Κωνσταντίνος Καβάφης και ο Φερνάντο Πεσσόα από τη Λισσαβόνα, (με τους παράλληλους εαυτούς του) συναντιούνται στην πραγματικότητα σε ένα κινηματογραφικό παραμύθι που καταφέρνει να είναι ικανοποιητικά πειστικό και ελκυστικό, ιδιαίτερα για τα ελληνικά δεδομένα. Η πρωτότυπη μουσική του Νίκου Κυπουργού λειτουργεί ευεργετικά στο κλίμα της ταινίας, το συναίσθημα και την χρονική τοποθέτηση (όπως και στο «Fugitive Pieces» που έπεται σύντομα). Η ποίηση αλλά και η ζωή των δύο ποιητών ξετυλίγονται σαν δύο κλωστές σε ένα κοινό κουβάρι. Με το τέχνασμα της συνάντησής τους, η αφήγηση αποκτά ενδιαφέρον και γλιτώνει τον θεατή από την πλήξη της άκρας φιλολογικής θέασης. Σε αυτό τον σκοπό και στην εξέλιξη της ιστορίας βοηθά σίγουρα η αναπαράσταση, που σε κάποια σημεία όμως γίνεται υπερβολική. Παράλληλα βαδίζει και η σκηνογραφία, που στο μεγαλύτερο μέρος της είναι πειστική, αν και σε κάποια σημεία πέφτει στο αμάρτημα του ετεροχρονισμού, και δεν είναι καθαρό αν αυτό που βλέπουμε είναι παρόν ή παρελθόν. Στο σύνολό του πάντως είναι ένα ευχάριστο ντοκιμαντέρ που ακροβατεί, ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα, χωρίς να κινδυνεύει να πέσει. Άλλωστε, λαμβάνοντας υπόψη τα ψέματα στην Τέχνη, ακόμη και του Πεσσόα, για τα κατασκευασμένα ετερώνυμά του, το «ψέμα» του σκηνοθέτη απενοχοποιείται και μπορεί να χαρακτηριστεί …«ποιητική αδεία».    

         ΚΡΙΤΙΚΗ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΟΔΩΡΗ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟ
Η ταινία ξεκινάει από τη μαρτυρία ενός επιβάτη του υπερωκεάνιου «Σατούρνια» Βασίλη Καπόπουλου, ο οποίος σε προχωρημένη ηλικία δίνει το στίγμα της ζωής του μπροστά στην κάμερα των συγγενών του και εστιάζει στην ευλογημένη όσο και τυχαία παρουσία του στη συνάντηση δυο μεγάλων ανδρών των γραμμάτων, του Έλληνα Καβάφη και του Πορτογάλου Πεσσόα. 
Είναι απίθανο αυτή η συνεύρεση να έλαβε ποτέ χώρα, όπως αμφιβάλλουμε και για την ύπαρξη του ίδιου του Καπόπουλου. Η αφορμή ερρίφθη και ξεκινάει ένα ταξίδι εν πλω, με αφετηρία τα δυο λιμάνια καταγωγής των δυο ποιητών. 
Ο Καβάφης και ο Πεσσόα μοιράζονταν αρκετές εκλεκτικές και άλλες συγγένειες - ο Πεσσόα προτιμούσε να λογίζεται λιγότερο ποιητής και περισσότερο συγγραφέας πρόζας. Έδρασαν σε δυο λιμάνια, την Αλεξάνδρεια και τη Λισαβόνα, σε περιόδους που παρήκμαζε η μεσογειακή τους αίγλη. Έγραψαν μοναχικά και συστηματικά την ίδια εποχή, πέθαναν σχετικά νέοι, αποτύπωσαν τις ομοερωτικές τους ανησυχίες, δούλεψαν βιοποριστικά σε επαγγέλματα που είχαν σχέση με γράμματα, αλλά δεν ήταν διόλου δημιουργικά. Η βιογραφία τους θα ήταν άσκοπη, αδύναμη να συλλάβει τις ψηφίδες του πνεύματός τους ή να αποδώσει αλλιώς το αέναο αγνάντεμα προς τη ζωοδότρα και αχθοφόρο θάλασσα.
 Ο Χαραλαμπόπουλος εμπνέεται από τις προσωπικότητές τους όπως τις διάβασε και τις ένιωσε και φτιάχνει ένα κινηματογραφικό μυθιστόρημα που ψάχνει την αλήθεια μέσα από τις δικές τους λέξεις. Στην καρδιά της ταινίας του βρίσκεται ένα σκαρίφημα στο σκαρί του πλοίου που φανταστικά τους ταξιδεύει στο Νέο Κόσμο, στα οικονομικά κέντρα μιας νέας εποχής που ανοιγόταν μπροστά από τη μελαγχολία του τέλους που περιέγραφαν με μυστηριακό υπαρξισμό (Πεσσόα) και μοιρολατρικό, μελαγχολικό αισθησιασμό (Καβάφης).
Οι κουβέντες που θα μπορούσαν να είχαν ανταλλάξει στην κουπαστή του Σατούρνια μπροστά στον τυχερό επιβάτη Καπόπουλου, δηλαδή το λαϊκό μάρτυρα με τα μάτια της κάμερας του Χαραλαμπόπουλου, είναι το παράθυρο για την έντεχνη παραποίηση της αλήθειας, την τέχνη της ποίησης που δημιουργεί ένα παράλληλο σύμπαν, το αποτέλεσμα της έξαψης που σπινθιρίζει μπροστά στο «τι θα γινόταν» από δυο ιδιοφυείς εγκλωβισμένους σε ένα προσωρινό élan χαράς, ζωηρή κι ανέμελη απόδραση από την τυραννία και τη μοναξιά τους. Ενώ η σύλληψη της ταινίας ακούγεται προϊόν διανοούμενου που ψάχνει την υλοποίηση μιας παράτολμης ιδέας, η ίδια η ταινία κυλάει με σασπένς εικόνων και λόγου χάρη στη διαύγεια και τη γνώση του Χαραλαμπόπουλου πάνω στο θέμα και τις προεκτάσεις του. 
Ορμώμενος από το περιεχόμενο του έργου τους, έχει κάθε δικαίωμα να αναπλάσει την Ιστορία μέσα από μια μυθοποιημένη μακριά στιγμή και να ανακαλέσει με προσεκτικό νατουραλισμό λειτουργικές σκηνές από τη ζωή τους. Υπάρχουν πλατειασμοί στην ταινία καθώς και η εντύπωση πως πολλά από αυτά που συμβαίνουν κινούνται στο κεφάλι του σκηνοθέτη και εκφέρονται από βαρύ και συνεχόμενο voice over. Αυτό ωστόσο είναι το ελάχιστο τίμημα για ένα πρωτότυπο εγχείρημα και μια πέρα για πέρα ικανοποιητική ταινία που αψηφά την κατηγοριοποίηση, μια σπουδή πάνω στο μεγάλο ψέμα που κρύβει την αγωνία της μεγάλης αλήθειας, ένα πορτρέτο της πολυδιάστατης παρακμής, όπως τη φέρει η μεταφυσική απορία του Πεσσόα και η παραδοχή της σαρκικής προδοσίας του Καβάφη. 
Σε αυτή την άρτια ταινία δεσπόζει η μουσική του Νίκου Κυπουργού, ο οποίος βρίσκεται σε δημιουργική φόρμα, όπως διαπιστώνουμε και στα Συντρίμμια Ψυχής, που θα βγουν στις αίθουσες στα τέλη του μήνα. Κυρίως, έχει πετύχει το σύμπαν, το χωροχρόνο, γιατί όπως είχε γράψει και ο Πεσσόα στο Βιβλίο της Ανησυχίας, «το περιβάλλον είναι η ψυχή των πραγμάτων». Πηγή: www.lifo.gr 

Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε να δείτε το ντοκυμανταίρ όσο υπάρχει ανεβασμένο:
    


Κ'ωστας Γεωργουσόπουλος ο σημαντικότερος κριτικός θερατρου και στιχουργός με το ψευδώνυμο Κ. Χ. Μύρης

  Εργάστηκε στη δημόσια και την ιδιωτική εκπαίδευση για 35 χρόνια, από το 1964 ως το 1999. Το 1978 ανέλαβε, κατόπιν ανάθεσης του υπουργείου ...