O
Στέλιος Καζαντζίδης υπήρξε ο
μόνος τραγουδιστής που κέρδισε
αδιαφιλονίκητα τον τίτλο του λαϊκού
ερμηνευτή, αγαπήθηκε φανατικά, μπήκε
στις καρδιές και στα σπίτια των ανθρώπων,
τραγουδήθηκε όσο λίγοι και χάρισε το
αίσθημα της οικειότητας σε όσους ένιωσαν
ότι τραγουδά για εκείνους.
Με τη μοναδική
υφή της φωνής του κατάφερε να εκφράσει
τις αγωνίες, τους φόβους, αλλά και τις
ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς ανθρώπων,
για τους οποίους η επιβίωση δεν ήταν
και τόσο αυτονόητη. Οικονομικά και
κοινωνικά αποκλεισμένοι, πρόσφυγες,
εργάτες, όλοι αγωνιστές της καθημερινότητας
αναζητούσαν στα τραγούδια του παρηγοριά
για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν
καθημερινά. Και το κοινό του, βέβαια,
δεν σταματούσε μόνο σε αυτούς.
Εν Αρχή Ην ο Καζαντζίδης
Γεννήθηκε στις
29 Αυγούστου 1931 στη Νέα Ιωνία.Από την
μητέρα του που ήταν πρόσφυγας απο την
Αλαγία της Μικράς Ασίας άκουγε ως παιδί
τα λαϊκά τραγούδια που έφεραν οι πρόσφυγες
και από τη γιαγιά του -όπως έλεγε ο ίδιος-
πήρε τις τεχνικές, τις αναπνοές, το κλάμα
στη φωνή…
Ο πατέρας του
καταγόταν από τα Κοτύωρα του Πόντου.
Χτίστης στο επάγγελμα ήταν στα χρόνια
της κατοχής ενεργός στην Εθνική Αντίσταση,
οργανώθηκε στις τάξεις του ΕΛΑΣ. Στα
χρόνια του εμφυλίου δολοφονήθηκε από
παρακρατικούς αντικομμουνιστές.
Μεγαλώνοντας,
δούλεψε σ' ένα εργοστάσιο στη Νέα Ιωνία.
Μία μέρα, τον φωνάζει το αφεντικό του
και του λέει ότι έχει καταπληκτική φωνή
και του κάνει δώρο μία κιθάρα. Ο Στέλιος,
όσε ώρες δεν δούλευε, καθόταν στο σπίτι
και προσπαθούσε να μάθει τραγούδια στην
κιθάρα. Ως τη στιγμή που τον ανέλαβε ο
τυφλός συνθέτης Στέλιος Χρυσίνης.Μια
μέρα, κάποιος περαστικός τον άκουσε και
του πρότεινε να τραγουδήσει στην ταβέρνα
του. Έτσι, έγινε η αρχή…
2005 Η Μηχανή του Χρόνου - Στέλιος Καζαντζίδης , Η ζωή του όλη
Το 1950 εμφανίστηκε
για πρώτη φορά επαγγελματικά στην
Κηφισιά. Δύο χρόνια αργότερα έκανε και
την πρώτη ηχογράφησή του στην Columbia, με
το τραγούδι του Απόστολου Καλδάρα «Για
μπάνιο πας», που όμως δεν πούλησε. Το
δεύτερο τραγούδι, «Οι βαλίτσες» του Γιάννη
Παπαϊωάννου, έγινε μεγάλη επιτυχία.
Kαζαντζίδης mix non stop
Από εκεί και
πέρα ξεκίνησε μία σειρά επιτυχιών και
συνεχής άνοδος, με εμφανίσεις σε γνωστά
λαϊκά κέντρα της εποχής. Τότε έρχεται
και η γνωριμία, ο αρραβώνας, αλλά και η
συνεργασία με την Καίτη Γκρέυ, ως το
καλοκαίρι του 1957. Σουξέ της εποχής, το
«Απόψε φίλα με» του Μανόλη Χιώτη, ένα
ντουέτο του Στέλιου Καζαντζίδη με την
Καίτη Γκρέυ. Μετά από αυτό χώρισαν.
Η επόμενη
οκταετία (1957-1965) είναι ίσως η πιο γόνιμη
και δημιουργική περίοδος για τον Στέλιο
Καζαντζίδη. Η γνωριμία του με τη Μαρινέλλα
στη Θεσσαλονίκη εξελίχθηκε σε μια λαμπρή
συνεργασία.
Μαζί έκαναν
μεγάλες επιτυχίες με κορυφαίους συνθέτες
Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Χιώτης,
Καλδάρας, Παπαγιαννοπούλου, Βίρβος,
Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Λεοντής,
Ξαρχάκος, Λοΐζος, Μαρκόπουλος κ.ά.
και εμφανίστηκαν στα μεγαλύτερα λαϊκά
κέντρα.
Η αποχώρηση του
Καζαντζίδη από το πάλκο, «...αποτελεί
την πιο δραματική μορφή σιωπηλής
διαμαρτυρίας απέναντι σε ένα αμείλικτο
σύστημα διαπλοκής από νεόπλουτους
θαμώνες, αφεντικά της δισκογραφίας και
μπράβους της νύχτας...».
Στέλιος Καζαντζίδης - Στα χνάρια ενός μύθου
Είχε προηγηθεί
στα 1959 δικαστική διαμάχη του
Καζαντζίδη με την δισκογραφική εταιρεία
COLUMBIA, με αφορμή τις μεγάλου μεγέθους
πωλήσεις του τραγουδιού "Μαντουμπάλα",
πωλήσεις ρεκόρ, που την εποχή εκείνη
άγγιξαν τις 100.000. Στην άλλη όψη του ίδιου
δίσκου περιλαμβάνεται το "Δυο πόρτες
έχει η ζωή", σε μουσική του ίδιου του
Καζαντζίδη και στίχους της Ευτυχίας
Παπαγιαννοπούλου. Παρά τις χωρίς
προηγούμενο πωλήσεις και τη στιγμή που
η εταιρεία έβγαζε εκατομμύρια από το
συγκεκριμένο δισκάκι, ο ίδιος ο
τραγουδιστής πήρε λιγότερες από 1000
δραχμές. Αυτό συνέβη καθώς οι τραγουδιστές
τότε πληρώνονταν ένα εφάπαξ ποσό
για τον κάθε δίσκο και δεν λάμβαναν
ποσοστά από τις πωλήσεις. Στον Καζαντζίδη
χρωστούν πολλά οι σύγχρονοι τραγουδιστές,
αφού πρώτος αυτός διεκδίκησε για τον
κλάδο του ποσοστά και η προσπάθειά του
είχε θετικό αποτέλεσμα.
Τo 1965 κι ενώ
βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του,
αποφάσισε να εγκαταλείψει τα νυχτερινά
κέντρα. Τήρησε την επιλογή του αυτή ως
το τέλος της ζωής του και η μόνη επαφή
με το κοινό ήταν μέσω των δίσκων του.
Για κάποιο διάστημα και αυτή η επικοινωνία
διακόπηκε, λόγω προβλημάτων που είχε
με τη δισκογραφική εταιρεία «Μίνως».
Το Μάιο του 1966
αποφάσισαν να ενωθούν και στη ζωή. Ο
γάμος τους μπορεί να μην άντεξε στο
χρόνο, αλλά έμειναν για πάντα φίλοι.
Έπειτα από χρόνια, ο Καζαντζίδης γνώρισε
και παντρεύτηκε την κυρα-Βάσω, την οποία
ο χαρακτήριζε ως «θησαυρό».
Stelios Kazantzidis mix
Στη δισκογραφία
επανήλθε, έπειτα από 12 χρόνια απουσίας,
το 1987, συνεργαζόμενος με τους Τάκη Σούκο,
Λευτέρη Χαψιάδη, Θανάση Πολυκανδριώτη,
Θοδωρή Καμπουρίδη, Μάκη Ερημίτη, Αντώνη
Βαρδή, Σώτια Τσώτου και άλλους άξιους
δημιουργούς.
Το κύκνειο άσμα του ήταν
ο δίσκος «Έρχονται χρόνια δύσκολα».
Πέθανε στις 14
Σεπτεμβρίου 2001, σε ηλικία 70 ετών, έπειτα
από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο.
Στέλιος Καζαντζίδης Κηδεία
Βορά έγινε το
λαϊκό τραγούδι μετά τον θάνατο του
Στέλιου, έχασε τον εκφραστή του, έμεινε
ακέφαλο, σκυλεύθηκε και συλήθηκε με
τρόπο βάναυσο και προσβλητικό από τους
δήθεν συνεχιστές του στα κατοπινά
χρόνια.