Γένεσις: “Μας βάλανε και πολεμήσαμε . Βγάλαμε τα μάτια μας. Εσύ από εδώ. Εγώ από την άλλη μεριά. Χάσαμε και οι δυο. Ο Άνθρωπος με τον άνθρωπο, ο λύκος με τον λύκο. Τίποτα δεν απόμεινε εδώ πέρα”.
Σκηνή 1: Χειμώνας. Ένας πυκνός, γκρίζος ουρανός σκεπάζει το τοπίο. Ένας αργός περίπατος δίπλα στη θάλασσα. Σιωπή, εκτός από τον ήχο του αέρα και των κυμάτων. Μια φιγούρα εμφανίζεται στη μακρινή άκρη του κάδρου: ένας άνθρωπος, κρατώντας στο χέρι του μια μικρή κάμερα, σαν να αποτυπώνει το χρόνο.
Δώδεκα χρόνια έχουν περάσει από εκείνη τη μέρα. Από τότε που το βλέμμα του Θόδωρου Αγγελόπουλου αποτυπώθηκε για πάντα στη μνήμη μας. Ένας δημιουργός που έβλεπε τον κόσμο ως σκηνικό ιστορικών τραγωδιών και προσωπικών αφηγήσεων. Ένας ποιητής του κινηματογράφου που μιλούσε με σιωπές, φως και ομίχλη.
Σκηνή 2: Ένα χωριό εγκαταλελειμμένο. Η κάμερα αιωρείται αργά ανάμεσα στα πέτρινα σπίτια. Σπασμένα παράθυρα, μια παιδική κούνια που αιωρείται στο κενό. Οι ψίθυροι του παρελθόντος διαπερνούν την ησυχία.
Με τον Αγγελόπουλο, το τοπίο δεν ήταν ποτέ απλώς τοπίο. Ήταν χαρακτήρας. Ήταν μνήμη. Οι ταινίες του, παράθυρα στην ψυχή της Ελλάδας, μαρτυρίες ενός λαού που κουβαλά διαρκώς το βάρος της ιστορίας.
Σκηνή 3: Ένας γέρος άντρας περπατά σε μια γέφυρα. Στάζει βροχή. Τα βήματά του αντηχούν στη σιωπή. Κάθε του βήμα μοιάζει να φέρνει μαζί του μια ερώτηση: Ποιοι είμαστε; Πού πηγαίνουμε;
Δώδεκα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο κόσμος του Αγγελόπουλου παραμένει ζωντανός. Στα εκτενή μονοπλάνα του, στους ανθρώπους που περπατούν ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, στις σιωπές που αφήνουν χώρο για σκέψη.
Σκηνή 4: Ανατολή. Το φως αρχίζει δειλά να λούζει το τοπίο. Ένα παιδί τρέχει κρατώντας έναν χαρταετό. Η κάμερα το ακολουθεί μέχρι που χάνεται στον ορίζοντα.
Η Ευα Κοταμανίδου σε μια απο τις πλεον εμβληματικές σκηνές απο
τον ΘΙΑΣΟ του Θόδωρου Αγγελόπουλου 1974
Σκηνή 5: Το δάκτυλο που θα δείξει τον δρόμο προς την κατεύθυνση είναι κομμένο άσχετα αν το χέρι ταξειδεύει ανατολικά.Ενα ταξιδι ελπιδας καταληγει με τον πιο σκληρο τροπο να γινει ενα ταξιδι χαοτισμου, διαλυση των ιδεολογιων, των καθεστωτων, την αποδομηση των πολιτικων. Ο Ελληνικος λαος εμφανιζει τα σημαδια της οριστικης διαλυσης του συμβιβασμενος πια με τα βασανα του, στο συνηθες τεμπο της ζωης και της καθημερινοτητας του, με την προσκολληση στην παραδοση, τα ηθη και τα εθιμα του, παρα τις μεταβολες της φυλης του, τα δεινα που πέρασε αλλά και συνεχίζει να περνα, και η μάταιη κατάληξή του στην φαιδρη μονοτονη πραγματικοτητα μετα απο πολλα και συνεχομενα επη αποφασιζοντας να βολευτει στην σκια και τα κατορθοματα των προγονων του. Η απαισιοδοξια των ψυχων των ανθρωπων μεσα απο τα ματια του μικρου και η ενηλικιωσης της μικρης απο κοπελα σε γυναικα με τον πιο βαρβαρο μα και συναμα σημερινο τροπο απομυθοποιουν πληρως την ελληνική πραγματικότητα.Ετσι η φλεγομενη καρδια του μικρου κυριος, καταληγει μ’ ενα παγωμενο βλεμμα για τον κοσμο στο τελος. Το τελος λυτρωση με ενα πατερα Θεο-απων και στην θεση του ενα δεντρο μεσα στο μουντό τοπίο που η ομίχλη που σκεπάζει τα πάντα. Επικαιρο ξανα και παντα και ες αει ............
Ο Αγγελόπουλος έφυγε νωρίς. Όμως τα ταξίδια που οραματίστηκε και οι ιστορίες που μας άφησε πίσω, συνεχίζουν. Γιατί οι ποιητές δεν πεθαίνουν. Μένουν ζωντανοί στις εικόνες που έπλασαν, στα όνειρα που μοιράστηκαν μαζί μας.
'Eνας χαμογελαστός Θεόδωρος Αγγελόπουλος, πιο μετά από τις
Μέρες του '36, ερχόμενος ως Μεγαλέξαντρος από έναν Θίασο που ξεπροβάλει μέσα
απ΄ το Τοπίο στην ομίχλη και με Το βλέμμα του Οδυσσέα πέρασε σε Μια αιωνιότητα
και μια μέρα και χάθηκε στην Άλλη θάλασσα και στη Σκόνη του χρόνου, σ΄ένα
ταξίδι πέρα απ΄τα Κύθηρα!
Τον θυμόμαστε κάνοντας μια Αναπαράσταση στην πορεία του με το Μετέωρο βήμα του πελαργού του, σε ένα Λιβάδι που δακρύζει!
«Όταν γυρίσω, θα γυρίσω με τα ρούχα και τ’ όνομα ενός άλλου.
Κανείς δε θα με γνωρίσει. Κι αν δε θα με γνωρίσεις και πεις «Δεν είσαι εσύ», θα
σου δώσω σημάδια, να πιστέψεις. Τη λεμονιά στον κήπο σου. Το ακρινό παράθυρο
που μπάζει το φεγγάρι. Κι ακόμα, σημάδια του κορμιού και της αγάπης. Κι όταν
ανεβούμε τρέμοντας στο παλιό δωμάτιο, ανάμεσα σ’ ένα αγκάλιασμα κι ένα άλλο,
ανάμεσα σ’ ένα κάλεσμα κι ένα άλλο, θα σου διηγούμαι το «ταξίδι» όλη νύχτα κι
όλες τις νύχτες που θα ‘ρθουν. Ανάμεσα σ’ ένα αγκάλιασμα κι ένα άλλο, ανάμεσα
σ’ ένα κάλεσμα κι ένα άλλο, όλη την ανθρώπινη περιπέτεια, την περιπέτεια που
ποτέ δεν τελειώνει.»
~ Θόδωρος Αγγελόπουλος, Μονόλογος από το τελευταίο πλάνο της
ταινίας του «Το βλέμμα του Οδυσσέα» (1994).
Τίτλοι τέλους, με μουσική του Ελένης Καραΐνδρου.