Κυριακή 18 Αυγούστου 2019

Που πάει η μουσική όταν δεν την ακούμε πια ; Από το 1987 η καλύτερη Ελληνική Ραδιοφωνική Παραγωγή όλων των εποχών! Με τον Μενέλαο Καραμαγγιώλη



Αυτό ήταν το ερώτημα που έθεσε για πρώτη φορά το 1987 ο τίτλος της εκπομπής του Μενέλαου Καραμαγγιώλη από τη συχνότητα του Τρίτου Προγράμματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. Η απάντηση ερχόταν κάθε φορά με παιδικές φωνές που βιαζόταν να απαντήσουν ναζιάρικα, με αφέλεια αλλά και με τη σιγουριά των παιδιών: Παντού...πουθενά...όπου να `ναι”.

Ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης είναι ραδιοφωνικός παραγωγός της εκπομπής “Πού πάει η μουσική όταν δεν την ακούμε πια;” στο Τρίτο Πρόγραμμα του “Αυτόματου Τηλεφωνητή” και σκηνοθετεί τη σειρά ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ “Συναντήσεις με αξιοσημείωτους ανθρώπους”.

Ο Χατζιδάκις με ανακάλυψε λέει ο ίδιος από το «Πού πάει η μουσική όταν δεν την ακούμε;» που συνεχίζει μέχρι σήμερα. Βγήκαμε να φάμε μαζί με τον Γκάτσο και μου έκαναν ανάκριση. Έγινα μέλος μιας παρέας «αναρχικών» που ήταν ο Κούνδουρος, ο Χατζιδάκις και ο Μαμαγκάκης, και κάθε τόσο έμπαιναν και κάποιοι άλλοι. Βρισκόμασταν και κάναμε σκανταλιές. Στον Χατζιδάκι δεν έπαψα ποτέ να μιλάω στον πληθυντικό. Αλλά τις σκανδαλιές που κάναμε θα τις έκανα μόνο με έναν συμμαθητή μου. Ακόμα κι όταν κάναμε πιο σοβαρά πράγματα, τα χειριζόμασταν με έναν τρόπο εφηβικό.

Καθώς η κρυψώνα της μουσικής είναι δυσεύρετη, οι ακροατές του Τρίτου περίμεναν κάθε βδομάδα επί δεκαετίες να ακούσουν την απάντηση σε αυτή την παλιά απορία του Φελίνι που ξέφυγε από τη μεγάλη οθόνη και έγινε μια μοναδική εκπομπή, απάγκιο στα δύσκολα κυριακάτικα απόβραδα.

Και υπήρχε πάντα μια διαφορετική απάντηση στο ερώτημα του τίτλου έτσι όπως το ένα τραγούδι ακολουθούσε το άλλο, φωτίζοντας το διαφορετικά. Έτσι όπως τα λόγια και οι στίχοι τους συνέθεταν από την αρχή καινούρια λόγια και στίχους ανακαλύπτοντας κάθε φορά μια νέα εκδοχή. Έτσι όπως έδεναν μουσική και λογοτεχνικά αποσπάσματα, για να δημιουργήσουν μια “κινηματογραφική” ταινία, χωρίς εικόνα βέβαια, μα με δυνατό σενάριο, έναν ήρωα αφηγητή και προπάντων ένα υπέροχο soundtrack

Για πολλά χρόνια πίστευα ότι τις ραδιοφωνικές εκπομπές δεν τις άκουγε κανείς και αυτό μου έδινε την ελευθερία να τολμάω. Έτσι, λοιπόν, οι ταινίες που δεν μπορούσα να γυρίσω, οι ιστορίες που δεν μπορούσα να ζήσω, τα ντέρτια που είχα ως νέος, έβρισκαν τρόπο έκφρασης μέσα από αυτές το ραδιόφωνο. Κάθε εκπομπή έχει μία ιστορία κι ένα ολοκληρωμένο κινηματογραφικό σενάριο. Σαν το σάουντρακ μιας ταινίας που είναι φτιαγμένο για να σε κάνει να φαντάζεσαι τη δική σου ταινία, να βάζεις τις δικές σου εικόνες.Έκανα εκπομπές με άγνοια κινδύνου και με θράσος του τύπου «αφού κανένας δεν τις ακούει, ας τολμήσουμε».

Όταν ήρθε ένας νέος διευθυντής και θέλησε να τις σταματήσει, ετοίμασα μια αποχαιρετιστήρια εκπομπή. Άρχισαν να παίρνουν τηλέφωνα και έφτασαν 300 άτομα στην ΕΡΤ να διαμαρτυρηθούν για το τέλος της. Εκεί συνειδητοποίησα ότι υπάρχει ένα ετερόκλητο κοινό που την άκουγε, από ένα μοναστήρι που την έβαζε στα ηχεία για να ακούγεται στο προαύλιο μέχρι έναν οδηγό νταλίκας. Τα επόμενα χρόνια οι εκπομπές αυτές απέκτησαν μεγαλύτερο και πιο φανατικό κοινό.

Πώς τα καταφέρνεις και οι εκπομπές αυτές είναι χωρίς ημερομηνία λήξεως;
Μ’ αρέσει να ακούω πως οι εκπομπές αυτές δεν έχουν ημερομηνία λήξης κι ας είναι ψέμα. Σκεφτόμουν με τρόμο ότι τρία χρόνια τώρα γίνονταν επαναλήψεις εκπομπών δεκαετίας και βάλε με μουσικές και λόγια της εποχής εκείνης. Ευτυχώς αυτές οι εκπομπές -όπως και οι ταινίες- αυτονομούνται κι έχουν μια δική τους ζωή και παρουσία. Τις πιο πολλές φορές ακούγοντας παλιές εκπομπές, που επαναλαμβάνονται από το Τρίτο, εκπλήσσομαι κι εγώ σαν να τις ακούω για πρώτη φορά. Δεν είναι μάλλον ότι κινδυνεύει η μνήμη μου και αλτσαχαϊμεριάζω· είναι που κάθε εκπομπή όταν φτιάχνεται περιέχει ένα δικό της αυτόνομο και περίπλοκο σύμπαν που μέσα του μπορείς να βρεις καταφύγιο και απαντήσεις.

Πού το αποδίδεις;
Είναι που δε φοβήθηκα να βάζω παρά μόνο τα τραγούδια και τα λόγια που αγαπάω. Και μόνο αυτά. Κι όσα αγαπάμε αληθινά, δύσκολα παλιώνουν. Γίνονται διαχρονικά. Δεν το ξέρω αυτό την ώρα που ετοιμάζω το σενάριο της κάθε εκπομπής. Αφήνω να με οδηγεί κάθε φορά η ιστορία και ο ήρωας και η μουσική και με πάνε σε άγνωστα μονοπάτια που, αλλιώς, μάλλον θα είχα διστάσει να φτάσω. Για αυτό θεωρώ πως οι συγκεκριμένες εκπομπές δεν μου ανήκουν: ζουν μια δική τους ζωή και ανήκουν εξίσου στο Τρίτο Πρόγραμμα (ελπίζω κι εύχομαι να συνεχίσει να είναι νεραϊδοχώρι) και κυρίως ανήκουν στους ακροατές τους που τις οικειοποιούνται με έναν ιδιότυπο και συγκινητικό τρόπο από όταν τις άκουγαν σε κασέτες έως τώρα που μπορούν να τις βρίσκουν στο διαδίκτυο.

Ήταν πιο δύσκολο τώρα μετά από τόσα χρόνια που είχες να φτιάξεις εκπομπή ή είναι σαν το ποδήλατο και δεν ξεχνιέται;

Τα χρειάστηκα ετοιμάζοντας την πρώτη εκπομπή αυτού του κύκλου. Σαν να ήταν η πρώτη φορά που κάνω ραδιόφωνο. Την ετοίμαζα γεμάτος αμφιβολίες. Στο δρόμο για το στούντιο σκεφτόμουν ότι κάνω λάθος που επιμένω κι ότι μάλλον αυτό το παιχνίδι έχει τελειώσει για μένα μετά από τόσο μεγάλη απουσία. Το ανηφοράκι της ΕΡΤ έμοιαζε τελείως διαφορετικό, ο διάδρομος του Τρίτου άδειος, τα στούντιο (που σχεδίασε ο σπουδαίος καλλιτέχνης Μιχάλης Κατζουράκης στα μέσα του προηγούμενου αιώνα) μου φάνηκαν παρατημένα.

Και μόλις άναψε το κόκκινο «Εκπομπή»;
 
Μου κόπηκαν τα πόδια όπως πάντα. Όταν όμως άρχισε να στήνεται η εκπομπή, με τον μάγο ηχολήπτη Γιάννη Γιαλίνη, ένιωσα πως δεν είχα σταματήσει ποτέ να ηχογραφώ, πώς δεν έχει αλλάξει ο αιώνας, πως όπου να ‘ναι θα 'ρθει ο Χατζιδάκις να πει παρατηρήσεις και να βάλει φιτιλιές κι ο Σφέτσας κι οι παλιοί ηχολήπτες του Τρίτου που μου έμαθαν να κάνω ραδιόφωνο. Έχω ζήσει το ραδιόφωνο από όταν γινόταν με δίσκους lp και κασέτες και μαγνητοταινίες -που τις κολάγαμε με λευκή ταινία, με το χέρι- έως τα cd και τον νέο ψηφιακό και ιντερνετικό κόσμο. Η τεράστια αυτή αλλαγή, που αν την αναλογιστείς σε αφήνει άφωνο, δεν φρενάρει σε τίποτα τη μαγική και ψυχοτρόπα δύναμη του ραδιοφώνου που μπορεί να συνδυάζει όλα τα παρελθοντικά στοιχεία και να τα εντάσσει δημιουργικά σε κάθε νέα τεχνολογία.

Έχω εκατοντάδες κασέτες με ραδιοφωνικές εκπομπές του Μενέλαου Καραμαγγιώλη από το πάλαι ποτε Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, με τον θρυλικό – πλέον – τίτλο:«Πού πάει η μουσική όταν δεν την ακούμε πια;».

Ανυπομονούσα να έρθει το απόγευμα της Κυριακής – στις αρχές της δεκαετίας του ’90 - για να ακούσω την κάθε φορά υπαρξιακού περιεχομένου εκπομπή του, με απίθανα θέματα και μουσικές εξαίσιες και την θεωρώ την καλύτερη Ελληνική Ραδιοφωνική Παραγωγή όλων των εποχών! 

Link για να ακούσεις εκπομπές του: 





Πηγές : 



Κ'ωστας Γεωργουσόπουλος ο σημαντικότερος κριτικός θερατρου και στιχουργός με το ψευδώνυμο Κ. Χ. Μύρης

  Εργάστηκε στη δημόσια και την ιδιωτική εκπαίδευση για 35 χρόνια, από το 1964 ως το 1999. Το 1978 ανέλαβε, κατόπιν ανάθεσης του υπουργείου ...