Ένα βήμα στο βρεγμένο πεζοδρόμιο, ένα καπέλο που σκεπάζει το
κεφάλι, ένα μαύρο παλτό που μοιάζει να κουβαλά όλο το βάρος του κόσμου. Κι
όμως, ο κόσμος γύρω του συνεχίζει να κυλά αδιάφορος, σαν ποτάμι που δεν σταματά
να παρασύρει τα πάντα. Στη μέση του πλήθους, στη μέση της πόλης, υπάρχει μόνος
ένας άνθρωπος, που μοιάζει με σκιά πιο πολύ παρά με παρουσία.
Κανείς δεν τον κοιτάζει. Κανείς δεν θα θυμηθεί ποτέ τη μορφή
του. Σε μερικά λεπτά, όταν χαθεί στη στροφή του δρόμου, θα είναι σαν να μην
υπήρξε ποτέ. Ένα στιγμιαίο αποτύπωμα πάνω σε βρεγμένη πέτρα, που η βροχή
φροντίζει να σβήσει πριν καν προλάβει να στεγνώσει. Έτσι είναι η ζωή∙ γεμάτη
διαδρομές που δεν αφήνουν κανένα ίχνος, γεμάτη φιγούρες που διαλύονται στη
λήθη.
Η μοναξιά δεν βρίσκεται στην απουσία των άλλων. Βρίσκεται στο
αίσθημα ότι όλα είναι μάταια, πως καμία λέξη, καμία κίνηση, καμία μνήμη δεν
έχει σημασία στο αχανές χάος του χρόνου. Ο άνθρωπος αυτός θα μπορούσε να είναι
ο καθένας μας. Βαδίζει, όχι γιατί έχει έναν σκοπό να φτάσει, αλλά γιατί η ίδια
η αδράνεια της ύπαρξης τον σπρώχνει να συνεχίσει. Αν σταματήσει, θα αντικρίσει
κατάματα το κενό. Κι αυτό είναι πιο τρομακτικό από οποιαδήποτε διαδρομή.
Οι πόλεις είναι γεμάτες τέτοιες σκιές. Ανθρώπους που
περπατούν δίπλα μας χωρίς ποτέ να τους γνωρίσουμε, χωρίς ποτέ να μάθουμε τι
τους βαραίνει ή τι τους στοιχειώνει. Μα στην πραγματικότητα, όλοι μοιραζόμαστε
την ίδια αλήθεια: η ζωή είναι ασήμαντη, κι εμείς απλώς την διασχίζουμε μέχρι να
χαθούμε μέσα στη βουβή απεραντοσύνη.
Και όμως, συνεχίζουμε. Ένα βήμα, μετά άλλο ένα. Όχι επειδή
ελπίζουμε σε κάτι καλύτερο∙ μα γιατί δεν ξέρουμε πώς να κάνουμε αλλιώς. Στο
τέλος, όλα όσα είμαστε, όλα όσα αγαπήσαμε ή φοβηθήκαμε, θα σβηστούν σαν υγρό
αποτύπωμα στο πεζοδρόμιο μιας βροχερής μέρας.
Μένει μόνο η εικόνα: μια σκιά που περπατά, μόνη, ανάμεσα σε
πλήθος. Ένα μικρό σημάδι της μεγάλης μοναξιάς που ενώνει τους πάντες.
Κάθε άνθρωπος είναι μια ιστορία που δεν θα ειπωθεί ποτέ
ολοκληρωμένα. Μια φωνή που πνίγεται μέσα στον θόρυβο της καθημερινότητας. Όσο
κι αν γεμίζουμε τις μέρες μας με λέξεις, με εικόνες, με προσπάθειες να πείσουμε
τους άλλους —και τον εαυτό μας— πως υπάρχουμε, η σιωπή του κόσμου είναι πάντα
δυνατότερη. Η ζωή μας μοιάζει με ένα κερί που καίει γρήγορα, αφήνοντας πίσω του
μονάχα μια μικρή στάλα λιωμένου κεριού.
Κι έτσι η φιγούρα συνεχίζει να περπατά. Όχι πια ως άνθρωπος,
αλλά ως υπενθύμιση: πως το μόνο σίγουρο είναι η μοναξιά, κι η μόνη βεβαιότητα η
λήθη. Κι αν υπάρχει κάτι που μας συνδέει πραγματικά, δεν είναι η χαρά ή η
ελπίδα, αλλά αυτή η κοινή μας ασήμαντη μοίρα.