Η Σωτηρία Μπέλλου
γεννήθηκε από εύπορη οικογένεια της
Χαλκίδας στις 22 Αυγούστου του 1921. Η οικογένεια της, αρβανίτες
στην καταγωγή, επιθύμησαν να της δώσουν
από μικρή μια καθώς πρέπει ανατροφή
όπως άρμοζε στα κορίτσια της εποχής.
Χτυπάει η καμπάνα (1951)
Στίχοι: Νίκος Μαμαγκάκης
Μουσική : Κώστας Καπλάνης
Η Σωτηρία από
μικρή είχε «ξερό κεφάλι» και δεν
αποδέχονταν τον ρόλο που προορίζονταν
για εκείνη χωρίς εκείνη. Από μικρή
εξελίσσεται σε ένα επαναστατικό
αντισυμβατικό παιδί. Διαβάζει όλες τις
εφημερίδες που φέρνει ο πατέρας της
σπίτι, ψέλνει στην εκκλησία του θείου
της στο Σχηματάρι και παίζει με τα αγόρια
στις αλάνες. Παιδί ακόμα θα ζητήσει από
τον πατέρα της να την πάει σινεμά να δει
την «Προσφυγοπούλα» με την Βέμπο, στην
οποία η Σωτηρία ήθελε από μικρή να
μοιάσει. Δυστυχώς ο αντισυμβατισμός
της Σωτηρίας θα την φέρει σε ρήξη με την
οικογένειά της στην κρίσιμη ηλικία της
εφηβείας.
Χωρίσαμε ένα δειλινό (1949)
Στίχοι,Μουσική : Bασίλης Τσιτσάνης
Η Σωτηρία θα
γνωριστεί με έναν πολύ μεγαλύτερο άνδρα
στο μαγαζί του πατέρα της, τον Βαγγέλη
Τριμούρα. Παρά τις οικογενειακές
ενστάσεις, η άπειρη ακόμα Σωτηρία, θα
τον παντρευτεί στα 17 της. Ο γάμος της
δεν θα γνωρίσει ευτυχία. Ο άνδρας της
μέθυσος και άπιστος την χτυπά συχνά,
όμως η Σωτηρία δεν δέχεται τέτοια
μεταχείριση και σε έναν τους καβγά του
καίει το πρόσωπο με βιτριόλι. Για την
πράξη της αυτή θα καταδικαστεί σε τρία
χρόνια φυλακής στις φυλακές Αβέρωφ. Η
αποφυλάκισή της την φέρνει αντιμέτωπη
με το γεγονός του στιγματισμού της και
έτσι η Σωτηρία φεύγει για την Αθήνα σε
ένα τραίνο γεμάτο φαντάρους το 1940…
Με τον Βασίλη Τσιτσάνη
Στην Αθήνα της
κατοχής, η Σωτηρία Μπέλλου, οργανώνεται
στο ΕΑΜ. Πηγαίνει μηνύματα σε γιάφκες,
συμμετέχει σε συσσίτια αλλά και σε
καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Η επαναστατικότητα
του χαρακτήρα της γνωρίζει διέξοδο στην
επαναστατικότητα των ιδεών του αντάρτικου.
Το 1943, η Σωτηρία θα συλληφθεί από τους
Γερμανούς στην Καισαριανή, καθ’ υπόδειξη
ενός ντόπιου καταδότη. Την μεταφέρουν
στην Μέρλιν και την βασανίζουν για τρεις
μέρες.
Άνοιξε το κελί Παππά (1955)
Στίχοι: Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου
Μουσικη: Μπάμπης Μπακάλης
Ακολουθεί η
φυλάκισή της μέχρι το 1944 όπου με την
απελευθέρωση την αφήνουν ελεύθερη.
Γνωρίζεται με τον Χαρίλαο Φλωράκη και
στα Δεκεμβριανά λαμβάνει μέρος στις
αιματηρές μάχες του ΕΛΑΣ στην Καισαριανή.
Με την έναρξη του εμφυλίου, η Σωτηρία
Μπέλλου συλλαμβάνεται ξανά από τους
χωροφύλακες και γνωρίζει έναν νέο κύκλο
ξυλοδαρμών και βίας λόγω των φρονημάτων
της. Την κρατάνε με άλλους κομμουνιστές
και αριστερούς στο υπόγειο της οδού
Βουκουρεστίου, στο καμπαρέ «Κιτ-Κατ».
Πώς θα περάσει η Βραδιά (1950)
Στίχοι: Κώστας Μάνεσης
Μουσική: Γιάννης Παπαϊωάννου
Αργότερα αφήνεται
ξανά ελεύθερη και πιάνει δουλειά στο
μαγαζί του «Τζίμη του Χοντρού» με τον
Τσιτσάνη. Στο μαγαζί θα γνωρίσει και
νέες περιπέτειες το 1946. Μια βραδιά μια
παρέα από χίτες μπαίνουν στο μαγαζί και
της ζητάνε να πει το «Του αετού ο γιός».
Η Μπέλλου που δεν ανέχεται να σκύβει
κεφάλι για κανέναν του απαντά «Α πάενε
ρε» και τότε οι χίτες της ορμάνε και την
ξυλοφορτώνουν. «Έξι άτομα με βαράγανε
στο πάλκο αλλά αυτό που με πόνεσε πιο
πολύ ήταν που δεν σηκώθηκε ένας άντρας
να με υπερασπιστεί» λέει η ίδια για το
περιστατικό.
Με τον Γιάννη Παπαϊωάννου
Δύο χρόνια μετά,
η Μπέλλου θα φύγει από το μαγαζί για να
δουλέψει μαζί με τον Βαμβακάρη. Τότε
είναι που ξεκινά η εποχή φτώχειας και
για την τραγουδίστρια. Για να επιβιώσει
πλένει σκάλες, ξεφορτώνει λεωφορεία
και πουλά τσιγάρα με ένα καρότσι στην
Ομόνοια. Τις νύχτες κοιμάται σε βαγόνια
και παγκάκια. Με τα λίγα της λεφτά
αγοράζει παπούτσια και κουβέρτες. Τελικά
θα καταφέρει να νοικιάσει μια μικρή
κάμαρα στην οδό Αβάτων στο Περιστέρι
και να αγοράσει μια κιθάρα, όνειρο που
το είχε από μικρή.
Σαν απόκληρος Γυρίζω
Στιχοι,Μουσική: Bασίλης Τσιτσάνης
Από την εκπομπή του Γιώργου Παπαστεφάνου ΄΄Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΓΡΑΦΕΙ ΙΣΤΟΡΙΑ΄΄ (1972)
Από το ’41 ως το
’76 τραγούδησε αδιάκοπα όλους σχεδόν
τους λαϊκούς συνθέτες, ενώ από τότε
μέχρι πριν από πέντε χρόνια τάραξε πάλι
τα νερά, με πρωτοποριακές συνεργασίας
που έκανε με έντεχνους και γενικά
σύγχρονους συνθέτες: Μούτσης (Το φράγμα),
Σαββόπουλος (Το βαρύ ζεϊμπέκικο),
Ανδριόπουλος (Λαϊκά προάστια), Κουνάδης
(Δεν περισσεύει υπομονή), Ανδριόπουλος,
Λάγιος (Λαός) κ.ά. Παράλληλα, προχώρησε
και σε επανεκτελέσεις παλιών λαϊκών
και ρεμπέτικων τραγουδιών, από τα οποία
την αγάπησε η νέα γενιά και τη στήριξε
στις αδιάκοπες εμφανίσεις της στα λαϊκά
κέντρα, στις μπουάτ της Πλάκας καθώς
και σε μεγάλες συναυλιακές και άλλες
πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Μουσική Βραδιά του Γιώργου Παππαστεφάνου - Σωτηρία Μπέλλου Φεβρουάριος 1976
Παρ ‘όλα αυτά,
σύντομα αναγνωρίζεται ως μία από τις
καλύτερες ερμηνείες στα ρεμπέτικα.
Μέχρι το ’80 εξακολουθεί να συνεργάζεται
με τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες
αυτών των μουσικών ειδών σε πολλές
συναυλίες και ηχογραφήσεις, αλλά υπέστη
διάφορες κρίσεις και προβλήματα
αλκοολισμού και κατάθλιψης.
Σε ένα σπάνιο βίντεο τσαρούχης και Φλωρακης στην Μπέλλου
Στα χρόνια της
πολυτάραχης ιστορίας στο ελληνικό
τραγούδι, η Μπέλλου έκανε πολύ μεγάλες
επιτυχίες σε τραγούδια των πιο γνωστών
λαϊκών συνθετών: «Συνεφιασμένη Κυριακή»,
«Καβουράκια», «Όταν πίνεις στην ταβέρνα»,
«Κάνε λιγάκι υπομονή» του Τσιτσάνη,
«Γύρνα στη ζωή την πρώτη» «Κάνε κουράγιο
καρδιά μου» (Παπαϊωάννου), «Ο ναύτης»
«Το σβηστό φανάρι» (Μητσάκη), «Είπα να
σβήσω τα παλιά» (Καλδάρα), «Άνοιξε,
άνοιξε» (Παπαϊωάννου).
Καρδιά μου Πάψε να πονάς (1948)
Στίχοι:Αιμίλιος Σαββίδης
Μουσική:Μανώλης Χιώτης
Απόσπασμα από την εκπομπή ρεμπέτισσες του Κώστα Χατζηδουλή 1987.
Η Σωτηρία Μπέλλου
σε όλη της την ζωή αγωνίστηκε. Πάλεψε
ενάντια στα όσα της προόριζαν για την
ζωή της, ενάντια σε κατακτητές και
φασίστες, ενάντια στην φτώχεια και
κατάφερε να επιβιώσει. Η καριέρα της
γνώρισε μια κάμψη στις αρχές της δεκαετίας
του ’60, όμως μετά την μεταπολίτευση
κέρδισε ξανά τη θέση της κορυφαίας
ερμηνεύτριας του είδους έπειτα από
συνεργασίες της με σύγχρονους έντεχνους
συνθέτες όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος
(“Ζεϊμπέκικο”), ο Ηλίας Ανδριόπουλος
(“Μην κλαις”), ο Δήμος Μούτσης («Δε λες
κουβέντα»).
Σαν πεθάνω στο καράβι (Της κανναβουριάς τα φύλλα) (1927)
Στίχοι,Μουσική: Mπάμπης Μπακάλης
45άρι του 1959
Στην καριέρα
της, από τα μέσα του 1940 ως τα μέσα του
1990, συνεργάστηκε με σημαντικούς συνθέτες,
από τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Γιώργο
Μητσάκη, τον Γιάννη Παπαϊωάννου
στον Μανώλη Χιώτη, στον Δημήτρη
Γκόγκο, στον Στέλιο Κερομύτη και από
τους Μπάμπη Μπακάλη, Τάκη Λαβίδα και
Μαρίνο Γαβριήλ στον Αργύρη Κουνάδη, Ηλία
Ανδριόπουλο, Δήμο Μούτση, Γιάννη
Μαρκόπουλο, Σταύρο Ξαρχάκο, Διονύση
Σαββόπουλο, Νίκο Μαμαγκάκη, Βασίλη
Δημητρίου και Δημήτρη Λάγιο.
Μες στο καθρέφτη Ελλάδα μου,κοιτώ (1986)
Στίχοι: Φώντας Λαδής
Μουσική: Λίνος Κόκκοτος
Τον
Μάρτιο του 1993 αντιμετώπισε σοβαρά
προβλήματα υγείας, οπότε και διαγνώστηκε
ότι έπασχε από καρκίνο του φάρυγγα[8].
Λόγω των οικονομικών προβλημάτων της
έφτασε σε σημείο, ώστε να πουλήσει τους
δίσκους της στο Κολωνάκι. Ξεπούλησε σε
μία ώρα. Κατά την νοσηλεία της στο
νοσοκομείο Σωτηρία το 1994 εμφανίστηκε
σε συνέντευξη του Νίκου Κακαουνάκη στο
«Επ' αυτοφώρω» μιλώντας για όσους την
πίκραναν, λέγοντας τη σκληρή αλήθεια
και μιλώντας με δυσκολία λόγω του
καρκίνου. Ύστερα από λίγους μήνες έχασε
τη φωνή της, ενώ οι μόνοι που ήταν δίπλα
της ήταν τα ανίψια της.
Το 1996 δίνει στην Νανάς Παλαιτσάκη την τελευταία συνέντευξη στην εκπομπή «5η παρουσία» οργισμένη χωρίς φωνή πια και με παράπονο,
διότι ξεχάστηκε απ'
όλους.
Όντας πάντα
εκτός του γνωστού τζετ-σετ, με ανθρώπινα
πάθη όπως ο τζόγος, η Μπέλλου έφυγε στις 27 Αυγούστου του 1997. Λίγοι γνωστοί την συνόδευσαν στην
τελευταία της κατοικία, ανάμεσά τους
και ο παλιός της φίλος Φλωράκης που της
κράτησε το χέρι ενάντια στον καρκίνο.
Η Ενωση Δικαιούχων Εργων Μουσικής (ΕΔΕΜ), ο οργανισμός που
ασχολείται με τη διαχείριση και την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων των
δημιουργών (συνθέτες, στιχουργοί κ.ά.), έκανε μία έρευνα και εξέτασε για όλο το
2022 το playlist σε 20 μουσικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς της Αττικής: 9 με
ξενόγλωσσο ρεπερτόριο, 9 με ελληνικό και 2 με μικτό που παίζουν και ελληνικά
και ξένα τραγούδια. Από τους 9 με το ελληνικό ρεπερτόριο, οι τρεις («Μελωδία
99.2», «Μέντα 88», «Δίεση 101.3») κατέχουν ένα σημαντικό τμήμα της αγοράς του
λεγόμενου έντεχνου ελληνικού τραγουδιού.
Ενας μουσικός σταθμός λοιπόν μεταδίδει, πάνω κάτω, γύρω στα
400 τραγούδια σε ένα 24ωρο. Τόσο χωράει το πρόγραμμα αν βγάλεις τις
διαφημίσεις, τα λόγια των παραγωγών κ.ο.κ. Δηλαδή, σύνολο, 146.000 διαφορετικά
τραγούδια σε μία χρονιά. Ξέρετε πόσα (διαφορετικά) τραγούδια παίζουν στην
πραγματικότητα; Ελάχιστα. Το playlist (ρεπερτόριο) είναι επαναλαμβανόμενο.
Παράδειγμα, ο «Hit 88.9» μετέδωσε 344 τραγούδια σε ολόκληρο τον χρόνο! Με άλλα
λόγια, όπως σημειώνει και η ΕΔΕΜ, (σαν να) έβαζε τα ίδια και τα ίδια προσθέτοντας
μόνο ένα νέο τραγούδι κάθε μέρα!
Και δεν
είναι μόνο ότι παίζουν ελάχιστα κομμάτια, παίζουν και μεταξύ τους (τα ίδιου
είδους ραδιόφωνα) τα ίδια. Τα τρία έντεχνα ραδιόφωνα παράδειγμα που εξέτασε η
ΕΔΕΜ («Μελωδία 99.2», «Μέντα 88», «Δίεση 101.3») έχουν πολλά κοινά σημεία στα
ρεπερτόρια που αναμεταδίδουν, σαν το ένα να «μιμείται» το άλλο. Ο «Δίεση 101.3»
έπαιξε όλη τη χρονιά μόλις 867 τραγούδια, ο «Μέντα 88» 1.004 και ο «Μελωδία
99.2» 1.789 τραγούδια. Ο σταθμός με τον μεγαλύτερο πλουραλισμό είναι το Δεύτερο
Πρόγραμμα με 29.553 τραγούδια στο 2022, δηλαδή 81 νέα τραγούδια κάθε ημέρα.
Η ερώτηση είναι
απλή. Ζει σήμερα το μουσικό ραδιόφωνο
ή απλά τίναξε τα πέταλα;
Η απάντηση είναι
απλή και δεδομένη. Όχι βέβαια. Είναι
νεκρό αλλά μη του το πείτε. Με λίστα
προεπιλεγμένων κομματιών και με δεκάδες
άσχετους στην πλειονότητά τους «υπεύθυνους
προγράμματος» σαφώς και δεν υπάρχει
σοβαρό μουσικό ραδιόφωνο.Πήξαμε στους
"ειδικούς " επί παντός επιστητού.
Εντάξει υπάρχουν δυο τρείς που ξέρουν
το τόπι όπως το Μεταδεύτερο αλλά τους
παίρνει η μπάλα και χάνονται κι εκείνοι…
Όπου κι αν
γυρίσεις ακούς τα ίδια τραγούδια ξανά
και ξανά.Κάθε δίωρο η ίδια γελοία κασέτα.
Σε κάθε θεματικό
ραδιοφωνο ο ένας αντιγράφει τον άλλο
και το τελικό αποτέλεσμα παραπέμπει σε
γελοιότητα ολκής. Τραγουδάκια στη σειρά
ατάκτως παιγμένα και κακώς επιλεγμένα
πλαισιωμένα πάντα από χαζοχαρούμενες
και σχεδόν λιπόθυμες ατάκες από παιδάκια
που έχουν μπερδέψει το μικρόφωνο με την
οδοντόβουρτσα. Κανείς πλέον δεν τολμάει
να κάνει «επανάσταση», το αυτονόητο
δηλαδή, και να παίξει στην εκπομπή του
τα τραγούδια που του αρέσουν.
Οι εξαιρέσεις
από ελάχιστες έως ανύπαρκτες. Επόμενο
ζητούμενο λοιπόν.Ο έλληνας ακροατής
ξέρει τι θέλει;
Απαντώ. Ασφαλώς
και ξέρει τι θέλει. Το ερώτημα μεγάλο
και απλό. Πού να το βρει όμως. Οι εταιρείες
αλλού πατάνε κι αλλού βρίσκονται.. Τα
όποια δισκάδικα κλείνουν το ένα μετά
το άλλο λες κι έχει πέσει επιδημία. Τα
κλαμπ ανύπαρκτα. Τα χρήματα εξανεμίζονται.
Τα τηλεοπτικά μουσικά προγράμματα από
ανύπαρκτα έως κλινικά νεκρά. Εντελώς.
Η κατάσταση στο
internet; Θολή. Πρέπει να το κουράσεις πολύ
για να βρεις εναλλακτικές και κάποια
διέξοδο.Αδιέξοδο λοιπόν και αμέτρητα
ερωτηματικά.Οι συγκρίσεις αναπόφευκτες
με ότι γινόταν παλιά.Όχι πως όλα όσα
γίνονταν στα 80΄ς και στα 90΄ς και στο
ξεκίνημα της δεκαετίας του 2000 ήταν καλά
και άγια.
Και τότε είχαμε
ηλίθιους που παρίσταναν τις αμερικανόφερτες
φίρμες. Και τότε υπήρχαν νούμερα της
δεκάρας που με ένα χτένισμα κι ένα
λούσιμο της περούκας που φόραγαν πίστευαν
ότι έχουν γίνει Duran Duran… Και τότε έβλεπες
καραγκιοζιλίκια και δήθεν ξερόλες με
άποψη αλλά πλέον το θέμα έχει ξεφύγει.
Δεν μπορεί να
αναζητάς σωτηρία στο web radio ή σε ελάχιστα
προγράμματα κρυμμένα στην ΕΡΤ ή σε
κάποια άλλα ειδικά ραδιόφωνα. Δεν μπορεί
ρε φίλε να ψάχνεις για φως στο σκοτάδι
έχοντας πνιγεί από τις επαναλήψεις των
θεματικών ραδιοφώνων, π.χ. tο
Despacito από τη Shakira από όλη την latin ποπ
κουλτούρα και από όλη την συνεχή επανάληψη
ήχων και ρυθμών που δεν λένε τίποτα και
μέσα σε όλο αυτό το συρφετό να θέλεις
να πείσεις τον άλλο ότι δεν είσαι
ελέφαντας γιατί θέλεις να ακούσεις
Doors ή γιατί έχεις νοσταλγήσει Στράτο
Διονυσίου γιατί θέλεις να ακούσεις Χόρν
ή Χατζιδάκι αλλά και Poll και Τουρνά και
νέο κύμα και στις 16 Μάη μήνα με Σταμάτη
Κόκοτα αλλά και τη δισκογραφία των Pink
Floyd και της Anne Clark και των
Smiths…
Aς
πάρουμε ένα παράδειγμα. Γνωστός
ροαδιοφωνικός σταθμός στην Θεσσαλονίκη
άρτι αφιχθείς με έντεχνο θεματικό
προσδιορισμό. Δεν είναι δυνατό να
μην ακούγεται Μποφίλιου, Ζουγανέλη,
Χαρούλης, Ασλανίδου επι καθημερινής
βάσεως και πετάμε και κανένα Παπακωνσταντίνου
και κανένα Μάλαμα και αραιά και πού
κανένας Παπάζογλου για να θολώσουμε το
τοπίο. Δεν υπάρχει καν στο τοπίο low bap
και B.D.Foxmoor π.χ.
Σου αρέσει δεν
σου αρέσει όλη την ημέρα τρως στη μάπα
από το πρωί μέχρι το άλλο πρωί αδιαμαρτύρητα
τα ίδια και τα ίδια και σου μένει τελικά
μια στιφάδα στην γευση και όταν έρχετε
η ερώτηση “τι λέει ρε ο σταθμός;”
δυσκολεύεσε να απαντησεις,
Σου έρχετε ένας κόμπος στον λαιμό,
ψάχνεις να βρείς τα λόγια που θα πείς.
Δεν μπορεί να
πεθαίνει η Αρλέτα και να μην ιδρώνει το
αυτί κανενός καλόπαιδου να ελεήσει να
της κάνει ένα αφιέρωμα στο ρημάδι του
γιατί είναι διακοπές στη Μύκονο. Δεν
μπορεί να έχεις επέτειο του Morrison και να
μην ασχολείται κανείς με ένα θρύλο. Δεν
είναι δυνατό να υπάρχει επέτειος Hendrix
και να ακούω από το πρωί μέχρι το βράδι
Adele.
Φτάνει. Έλεος
ρε μάγκες. Λυπηθείτε τον εαυτό σας και
μετά εκείνους που σας κάνουν ακόμα τη
χάρη να παίζουν με τη βελόνα του ραδιοφώνου
τους και να πέφτουν κατά λάθος πάνω σας…
Θα ρωτήσεις τι
να ακούσουμε λοιπόν και τι αξίζει να
ακούσουμε και σου απαντάω ευθαρσώς
τίποτα.Ο καλύτερος ραδιοφωνικός σταθμός
που υπήρξες ποτέ, μια και μιλάμε για
έντεχνο, ήταν το δεύτερο λίγο πριν το
κλείσουν και στην συνέχεια το Μεταδεύτερο
που με τον Νόμο που έβγαλαν θα το κλείσουν
και ύστερα θα μείνει μόνο μια ανάμνηση
που θα σβήσει με την γενιά μας ενώ το
ραδιοφώνο θα έχει ισοπεδωθεί προ πολλού
παίζοντας από το πρωί εώς το βράδυ την
ίδια λίστα.
μια μοναξιά που μετατρέπει τη ζωή σου σε κάτι τόσο πολυάσχολο,
όσο είναι το να κοιμάσαι με ανοικτή την τηλεόραση, σε έναν καναπέ που έχει καιρό να τον επισκεφτεί άνθρωπος,
είναι η κουρτίνα που τραβάς "μην ενοχλείτε" για να μπορείς να προσποιείσαι ότι δεν έχεις χρόνο, έχοντας ένα τέρας στα σωθικά σου, που σε κρατά ανικανοποίητο με ό,τι αποφασίζεις να καταπιαστείς, γιατί κατάθλιψη είναι όταν το ποτήρι σου γεμίσει από απορρίψεις,
ενώ εσύ ετοιμάζεσαι να πάρεις το νόμπελ εφευρετικότητας του άλλου σου εαυτού,
γιατί κατάθλιψη είναι η σχιζοφρενική σου διάθεση να θες να βλέπεις τον εαυτό σου από μια άλλη γωνία λήψης να λιώνει,
την ώρα που παραιτείσαι απ' οτιδήποτε θα έδινε χαρά, αν όχι σε σένα, έστω σε κάποιον άλλον,
που τόσο ακράδαντα πιστεύεις πως δεν μπορεί να σε καταλάβει,
γιατί κατάθλιψη είναι η σκληρότητα που επέλεξες να τιμωρηθείς,
επειδή σε απογοήτευσες.
Όμως κανείς δεν σου ζήτησε ποτέ να γίνεις βαθμολογητής της ζωής και κυρίως της ζωής σου
Γιατί κατάθλιψη είναι να επιμένεις να έχεις τον πήχη ψηλά,
ενώ έχεις τόσο κουραστεί να εκλιπαρείς την αποδοχή του Άλλου.
Όμως την κατάθλιψη την έχεις εσύ, κι όχι ο Άλλος."